Σάββατο 25 Νοεμβρίου 2017

Το «Αργόν πεδίον», αφιέρωμα στον «Κάμπο» των Νεστανιωτών




Η Νεστάνη Αρκαδίας, ο λόφος της Πανηγυρίστρας, το Αργόν πεδίον & στο βάθος το Αλίσιον όρος.
Φωτογραφία του 1910. Αρχείο του Πανεπιστημίου της Κολωνίας.


Το «Αργόν πεδίον», αφιέρωμα στον «Κάμπο» των Νεστανιωτών
Το Αργόν πεδίον, που οι Νεστανιώτες και οι Νεστανιώτισσες αποκαλούν Κάμπο, είναι η περιοχή μεταξύ Σάγκα και Νεστάνης· μια κοιλάδα που έμενε ακαλλιέργητη κατά τους χειμερινούς μήνες, αφού κατακλυζόταν από νερά, μετατρεπόμενη σε μικρή λίμνη. Τα νερά αυτά συγκεντρώνονταν εκεί από τις πλαγιές του Αρτεμισίου όρους, που βρίσκεται ανατολικά, καθώς και από το Αλίσιο που βρίσκεται δυτικά του Αργού πεδίου.
Έτσι κατά τους χειμερινού μήνες η μικρή αυτή κοιλάδα δεν ήταν δυνατόν να καλλιεργηθεί, παρά μόνον στο τέλος της ανοίξεως, εποχή που τα νερά είχαν πια αποτραβηχτεί αφήνοντας μια λάσπη που μετέτρεπε το πεδίο σε εξαιρετικά εύφορη περιοχή. Έτσι ο Νεστανιώτης και η Νεστανιώτισσα έπρεπε υπομονετικά να περιμένουν μέχρι τον Μάιο προκειμένου να αρχίσουν τις καλλιέργειές τους. Αργούσαν δηλαδή να ξεκινήσουν την ενασχόλησή τους με τις εκεί γεωργικές τους εργασίες, οι οποίες περιορίζοντας το χρονικό διάστημα από Μάιο έως Οκτώβριο, ενώ τον υπόλοιπο χρόνο έμενε χέρσο, δηλάδή Ἀργόν -εξ ου και η ονομασία Αργόν πεδίον (χέρσο πεδίο)!
Το Αργόν πεδίον διασχίζει ο ποταμός Φείδαρης -το ποτάμι του Κάμπου όπως το αποκαλούν οι ντόπιοι- που απλώνει την οφιοειδή γραμμή του καθ' όλη την κοιλάδα του Αργού Πεδίου. Όνομα που φέρνει στη θύμηση τον Όφιν, το αρχαίο ποτάμι του μαντινειακού κάμπου. Ο Φείδαρης ακολουθεί και αυτός βέβαια την μοίρα του Κάμπου τον οποίο διασχίζει, έτσι τον χειμώνα είναι πλήρης νερού ενώ το καλοκαίρι στερεύει μετατρεπόμενος σε ξεροπόταμο. Τους χειμερινούς μήνες που το νερό κυλάει αργά-αγρά στην κοίτη του, αυτό χύνονται στην Καταβόθρα που υπάρχει δυτικά, στους πρόποδες του λόφου της Πανηγυρίστρας· νερά που με υπόγεια ροή, βγαίνουν κοντά στο Άργος. Την Καταβόθρα του Αργού πεδίου έχουν ερευνήσει οι γνωστοί σπηλαιολόγοι Ιωάννης και Άννα Πετροχείλου.
Στον Κάμπο λοιπόν οι Νεστανιώτες και οι Νεστανιώτισσες είχαν τις στέρνες τις οποίες είχαν ανοίξει μέσα στα κτήματά τους και αντλώντας με τον παραδοσιακό τρόπο νερό, δηλαδή με τα μαγκάνια που έφερναν γύρω ζώα, άρδευαν τα μποστανικά τους και τις καλλιέργειές τους. Η κύρια καλλιέργεια ήταν το καλαμπόκι και ο σόργος ο σαρωτικός, η γνωστή μας σκούπα. Πέρα από αυτά καλλιεργούσαν επίσης, ρεβίθια, ρόβι, λαθούρια, πατάτες, ντομάτα κτλ. Σήμερα ο κάμπος έχει ρημάξει κυριολεκτικά αφού σχεδόν κανένας δεν καλλιεργεί ούτε σπιθαμή του. Παραμένει δε τώρα πια ένα απέραντο βοσκοτόπι.
Αλλά ας αφήσουμε τον μεγάλο περιηγητή του 2ου μ.Χ. αώνα Παυσανία να μας ξεναγήσει:
ὑπερβαλόντα δὲ ἐς τὴν Μαντινικὴν διὰ τοῦ Ἀρτεμισίου πεδίον ἐκδέξεταί σε Ἀργὸν καλούμενον, καθάπερ γε καὶ ἔστι: τὸ γὰρ ὕδωρ τὸ ἐκ τοῦ θεοῦ κατερχόμενον ἐς αὐτὸ ἐκ τῶν ὀρῶν ἀργὸν εἶναι τὸ πεδίον ποιεῖ, ἐκώλυέ τε οὐδὲν ἂν τὸ πεδίον τοῦτο εἶναι λίμνην, εἰ μὴ τὸ ὕδωρ ἠφανίζετο ἐς χάσμα γῆς. ἀφανισθὲν δὲ ἐνταῦθα ἄνεισι κατὰ τὴν Δίνην: ἔστι δὲ ἡ Δίνη κατὰ τὸ Γενέθλιον καλούμενον τῆς Ἀργολίδος, ὕδωρ γλυκὺ ἐκ θαλάσσης ἀνερχόμενον τὸ δὲ ἀρχαῖον καὶ καθίεσαν ἐς τὴν Δίνην τῷ Ποσειδῶνι ἵππους οἱ Ἀργεῖοι κεκοσμημένους χαλινοῖς. γλυκὺ δὲ ὕδωρ ἐν θαλάσσῃ δῆλόν ἐστιν ἐνταῦθά τε ἀνιὸν τῇ Ἀργολίδι καὶ ἐν τῇ Θεσπρωτίδι κατὰ τὸ Χειμέριον καλούμενον.1
(Αφού διασχίσει κανείς το Αρτεμίσιο και μπει στο έδαφος της Μαντινείας, τον δέχεται το λεγόμενο Αργόν πεδίον που πραγματικά είναι ότι λέει το όνομά του: το νερό των βροχών κατεβαίνει αυτού από τα βουνά και κάνει την πεδιάδα να μένει ακαλλιέργητη· τίποτε δεν θα εμπόδιζε να γίνει λίμνη η πεδιάδα αυτή, αν δεν καταπίνονταν το νερό σε χάσμα του εδάφους. Το νερό που εξαφανίζεται εδώ πηγαίνει στη θέση Δίνη, η οποία βρίσκεται στο λεγόμενο Γενέθλιο της Αργολίδος και είναι νερό πόσιμο που έχει την πηγή του μέσα στη θάλασσα. Τον παλιό καιρό οἱ Αργείοι καταπόντιζαν στη Δίνη προς τιμήν του Ποσειδώνα άλογα στολισμένα με χαλινάρια.2 Πόσιμο νερό να πηγάζει μέσα στη θάλασσα είναι γνωστό, εκτός από το μέρος της Αργολίδας, και στο λεγόμενο Χειμέριο της Θεσπρωτίδας).3
τοῦ δὲ Ἀργοῦ καλουμένου πεδίου Μαντινεῦσιν ὄρος ἐστὶν ἐν ἀριστερᾷ, σκηνῆς τε Φιλίππου τοῦ Ἀμύντου καὶ κώμης ἐρείπια ἔχον Νεστάνης: πρὸς ταύτῃ γὰρ στρατοπεδεύσασθαι τῇ Νεστάνῃ Φίλιππον λέγουσι καὶ τὴν πηγὴν αὐτόθι ὀνομάζουσιν ἔτι ἀπὸ ἐκείνου Φιλίππιον. ἀφίκετο δὲ ἐς Ἀρκαδίαν Φίλιππος οἰκειωσόμενός τε Ἀρκάδας καὶ ἀπὸ τοῦ Ἑλληνικοῦ σφᾶς τοῦ ἄλλου διαστήσων.4
[...] (Αριστερά του Αργού πεδίου, στο έδαφος της Μαντινείας, υπάρχει ένα βουνό με λείψανα από κατασκήνωση του Φιλίππου, γιου του Αμύντα και με ερείπια μιας κώμης Νεστάνης· κοντά σ' αυτή την Νεστάνη λένε στρατοπέδευσε ο Φίλιππος, και την εκεί πηγή εξακολουθούν να την ονομάζουν από το όνομα εκείνου Φλίππειον).5
τόδε μὲν ἡμῖν ἐγένετο ἐπεισόδιον τῷ λόγῳ: μετὰ δὲ τὰ ἐρείπια τῆς Νεστάνης ἱερὸν Δήμητρός ἐστιν ἅγιον, καὶ αὐτῇ καὶ ἑορτὴν ἀνὰ πᾶν ἔτος ἄγουσιν οἱ Μαντινεῖς. καὶ κατὰ τὴν Νεστάνην ὑπόκειται μάλιστα , Μοῖρα μὲν καὶ αὐτὴ τοῦ πεδίου τοῦ Ἀργοῦ, χορὸς δὲ ὀνομάζεται Μαιρᾶς. τοῦ πεδίου δέ ἐστιν ἡ διέξοδος τοῦ Ἀργοῦ σταδίων δέκα. ὑπερβὰς δὲ οὐ πολὺ ἐς ἕτερον καταβήσῃ πεδίον: ἐν τούτῳ δὲ παρὰ τὴν λεωφόρον ἐστὶν Ἄρνη καλουμένη κρήνη. λέγεται δὲ καὶ τοιάδε ὑπὸ Ἀρκάδων, Ῥέα ἡνίκα Ποσειδῶνα ἔτεκε, τὸν μὲν ἐς ποίμνην καταθέσθαι δίαιταν ἐνταῦθα ἕξοντα μετὰ τῶν ἀρνῶν, ἐπὶ τούτῳ δὲ ὀνομασθῆναι καὶ τὴν πηγήν, ὅτι περὶ αὐτὴν ἐποιμαίνοντο οἱ ἄρνες: φάναι δὲ αὐτὴν πρὸς τὸν Κρόνον τεκεῖν ἵππον καί οἱ πῶλον ἵππου καταπιεῖν ἀντὶ τοῦ παιδὸς δοῦναι, καθὰ καὶ ὕστερον ἀντὶ τοῦ Διὸς λίθον ἔδωκεν αὐτῷ κατειλημένον σπαργάνοις. τούτοις Ἑλλήνων ἐγὼ τοῖς λόγοις ἀρχόμενος μὲν τῆς συγγραφῆς εὐηθίας ἔνεμον πλέον, ἐς δὲ τὰ Ἀρκάδων προεληλυθὼς πρόνοιαν περὶ αὐτῶν τοιάνδε ἐλάμβανον: Ἑλλήνων τοὺς νομιζομένους σοφοὺς δι' αἰνιγμάτων πάλαι καὶ οὐκ ἐκ τοῦ εὐθέος λέγειν τοὺς λόγους, καὶ τὰ εἰρημένα οὖν ἐς τὸν Κρόνον σοφίαν εἶναί τινα εἴκαζον Ἑλλήνων. τῶν μὲν δὴ ἐς τὸ θεῖον ἡκόντων τοῖς εἰρημένοις χρησόμεθα).6
(Μετά τα ερείπια της Νεστάνης υπάρχει ένα ιερό της Δήμητρας άγιο, και τελούν και γιορτή γι' αυτήν κάθε χρόνο οι Μαντινείς. Κάτω από τη Νεστάνη κυρίως βρίσκεται το ονομαζόμενο χοραστάσι της Μαιράς που αποτελεί κι αυτό μέρος του Αργού πεδίου· ο δρόμος δια μέσου του Αργού πεδίου έχει μήκος δέκα σταδίων. Έπειτα, αφού κανείς ανηφορίσει όχι πολύ, κατεβαίνει σ' άλλη πεδιάδα, στην οποία είναι η λεγόμενη Άρνη.7 Κρήνη, πλάι στον κύριο δρόμο: οι Αρκάδες έχουν την παράδοση πως η Ρέα, όταν γέννησε τον Ποσειδώνα, τον άφησε σ' ένα κοπάδι για να μεγαλώσει με τα πρόβατα· από τα πρόβατα (τους αρνάς) που βοσκούσαν γύρω είχε το όνομά της η πηγή. Στον Κρόνο η Ρέα ισχυρίστηκε πως είχε γεννήσει άλογο και έδωσε σ' αυτόν να καταπιεί πουλάρι αλόγου αντί για παιδιού, όπως αργότερα του έδωσε πέτρα σπαραγνωμένη αντί για τον Δία. Τις ελληνικές παραδόσεις του είδους αυτού, όταν άρχισα να γράφω το έργο μου, τις θεωρούσα μάλλον ανόητες, όταν όμως έφτασα στα Αρκαδικά, σχημάτισα τη γνώμη γι' αυτές πως τον παλιό καιρό οι Έλληνες που λογαριάζονταν ως σοφοί έλεγαν ό,τι είχαν να πουν με αινίγματα κι όχι με σαφείς εκφράσεις· υποθέτω λοιπόν πως και για τον Κρόνο ό,τι είπαν ήταν ένα δείδος σοφίας των Ελλήνων).8
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΑΡΩΝΗΣ
Νεστάνη, Τρυγητής του 2017



Πηγές και σημειώσεις 
 

1. Παυσανίας, Ἀρκαδικά, 7. 1-2.
2. Στον Ποσειδώνα προσφέρονταν ίπποι υπό την ιδιότητά του ως θεού των νερών των ποταμών και των πηγών (εδώ λόγω του πόσιμου νερού της Δίνης)· άλογα προσφέρονταν και σ' άλλες ποτάμιες θεότητες: στο Στρυμόνα (Ἡρόδοτος, 7,113) και στο Σκάμανδρο (Ἰλ. Φ. 132: ζωοὺς δ' ἐν δίνησι καθίετε μωνύχας ἵππους.
3.Παυσανίας, Ἀρκαδικά, 7. 1-2. μετάφραση Νικ. Δ. Παπαχατζή, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1980.
4. Παυσανίας, Ἀρκαδικά, 7. 4.
5. Παυσανίας, Ἀρκαδικά, 7. 4. μετάφραση Νικ. Δ. Παπαχατζή, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1980.
6. 4. Παυσανίας, Ἀρκαδικά, 8. 1-3.
7. Αν και οι μελετητές δεν συμφωνούν για την ακριβή θέση της πηγής Άρνης που αναφέρει ο Παυσανίας, μια και ο Fougères που εξέτασε διεξοδικά το θέμα (Mantinée, 94) τοποθετεί την πηγή Άρνη νότια του οροπεδίου της Μαντινείας, άλλοι δε την τοποθετούν στον δρόμο για την Τεγέα. Χωρίς κανέναν ενδοιασμό θα έλεγα πως η πηγή Άρνη είναι η πηγή που υπάρχει και σήμερα σε απόσταση δώδεκα σταδίων από την Μαντινεία, στον δρόμο Νεστάνης Μαντινείας από το Αλίσιο όρος και οι ντόπιοι αποκαλούν Καμάρι. Είναι δε πολύ κοντά, γειτονική δηλαδή του ναού του Ίππιου Ποσειδώνα -και αυτό είναι πολύ φυσικό μια και έχει απόλυτη σχέση μαζί του- ναό για τον οποίο ο Παυσανίας κάνει αναφορά παρακάτω, και είναι σχεδόν βέβαιο πως τούτη η πηγή είναι η αναφερθείσα από τον Παυσανία πηγή Άρνη.
8. Παυσανίας, Ἀρκαδικά, 8. 1-3. μετάφραση Νικ. Δ. Παπαχατζή, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1980.


© κειμένου-φωτογραφιων: Παναγιώτης Καρώνης 2017, μὲ τὴν ἐπιφύλαξη κάθε νόμιμου δικαιώματος.
Απαγορεύεται η αναδημοσίευση, ή αναπαραγωγή, ολική, μερική ή περιληπτική η κατά παράφραση ή διασκευή και απόδοση του περιεχομένου του παρόντος άρθρου με οποιοδήποτε τρόπο, χωρίς προηγούμενη συνεννόηση με τον συγγραφέα του.


Στην συνέχεια προχωρώ σε ένα μικρό φωτογραφικό αφιέρωμα στο Αργόν πεδίον το οποίο και παρουσιάζω «ντυμένο» με όλα τα χρώματα, αφού οι φωτογραφίες -που στην πλειοψηφία τους είναι της τελευταίας δεκαετίας- έχουν τραβηχτεί κατά τη διάρκεια και των τεσσάρων εποχών του έτους, αν και το Αργόν πεδίον δεν πλημμυρίζει τώρα πια κατά τους χειμερινούς μήνες παρά ελάχιστα. Όπου έκρινα απαραίτητο, σχολιάζω τη φωτογραφία για την καλύτερη ενημέρωση και κατατόπιση του αναγνώστη.
Παναγιώτης Καρώνης



 
Η Νεστάνη και το Αργόν πεδίον. Θέα από το βράχο του Γουλά.


Το Αργόν πεδίον και στο βάθος το Αλίσιον όρος, (το Μπαρμπέρι για τους Νεστανιώτες). Θέα από την δυτική πλευρά του Αρτεμισίου...


Η Νεστάνη,, η Πανηγυρίστρα, το Αργόν πεδίον, το  Αλίσιον όρος,και στο βάθος η οροσειρά του Μαινάλου  Θέα από την δυτική πλευρά του Αρτεμισίου...

  
Το Αργόν πεδίον. Θέα από την βορειοδυτική πλευρά τους λόφου της Πανηγυρίστρας..



 
Τα μαγγάνια ήταν ο παραδοσιακός τρόπος άντησης νερού από τις στέρνες στο Αργόν πεδίον.












Ο ποταμός Φείδαρης που στην ουσία είναι ξεροπόταμος, εδώ κατά την χειμερινή περίοδο γεμάτος νερό.


 
Το μικρό γεφυράκι του ποταμού Φείδαρη στο Αργόν πεδίον.






Το Αργόν πεδίον. Θέα από την βόρεια πλευρά τους λόφου της Πανηγυρίστρας..
















Το Αργόν πεδίον. Θέα από την βόρεια πλευρά τους λόφου της Πανηγυρίστρας..




Το Αργόν πεδίον και το Αλίσιον όρος. Θέα από την περιοχή Άγιος Βασίλειος..


Το μεγάλο πλατάνι «του Ρουμελιώτη» δεσπόζει στο μέσον του Αργού πεδίου.


 
Το Αργόν πεδίον. Θέα από την βορειοδυτική πλευρά τους λόφου της Πανηγυρίστρας..




Λεπτομέρεια από το Αργόν πεδίον. Θέα από τη δυτική πλευρά τους λόφου της Πανηγυρίστρας..

Ο νέος εθνικός δρόμος Κορίνθου-Τριπόλεως χώρισε το Αργόν πεδίον σττα δύο.






Τρίτη 24 Οκτωβρίου 2017

ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΤΗΣ ΝΕΣΤΑΝΗΣ - «Ἀπόψε δὲν κοιμήθηκα»





ΑΠΟΨΕ ΔΕΝ ΚΟΙΜΗΘΗΚΑ
Ἄπόψε μωρὴ πέρδικα ἀπόψε δὲν κοιμήθηκα
γιὲμ καὶ σήμερα νυστάζω, πέρδικά μου δὲ σ' ἀλλάζω
γιατὶ πολὺ μωρὴ πέρδικα, γιατὶ πολὺ κουβέντιασα
γιὲμ μὲ μιὰ γειτονοπούλα, πέρδικα τὰ ξέρεις οὖλα
πὦχει τὰ χεί- μωρὴ πέρδικα πὦχει τὰ χείλι κόκκινο
καὶ τὸ μάγουλο βαμμένο περιστέρι μου χαϊμένο.
κι ἔσκυψα καὶ μωρὴ πέρδικα κι ἔσκυψα καὶ τὰ φίλησα
γιὲμ καὶ βάψε τὸ δικό μου πέδικά μου ὦχ τὸν καημό μου
καὶ στὸ μαντί- μωρὴ πέρδικα καὶ στὸ μαντήλι τό 'συρα,
γιὲμ κι ἐβάψε τὸ μαντήλι ἀπ' τὰ κόκκινά σου χείλη
σὲ ἑφτὰ ποτά- μωρή πέρδιακα σ' ἑφτὰ ποτάμια τό 'λυνα
γιὲμ καὶ τὰ ἑφτὰ ἐβάψαν τὴν καρδούλα μου ἐκάψαν
κ' ἔβαψε ἡ ἄ- μωρὴ πέρδικα, κι ἔβαψε ἡ ἄκρη τοῦ γιαλοῦ
γιὲμ καὶ ἡ ἄκρη τοῦ πελάγου πέρδικά μου θὰ σὲ πάρου
κατέβη ἀητὸς μωρὴ πέρδικα κατέβη ἀητὸς νὰ πιεῖ νερὸ
γιὲμ καὶ βάψαν τὰ φτερά του γιὰ παρηγοριὰ δικιά του
κι ἔβαψε ὁ ἥ- μωρὴ πέρδικα, κι ἔβαψε ὁ ἥλιος ὁ χρυσὸς
γιὲμ καὶ τ' ἀργυρὸ φεγγάρι, πέρδικα ποιὸς θὰ σὲ πάρει.


Οἱ δέκα τελευταῖοι στίχοι τοῦ τραγουδιοῦ ἀπαντιοῦνται καὶ ἀνεξάρτητοι ἢ βρίσκονται παρεμβεβλημένοι σὲ ἄλλα μικρότερα ἐρωτικά κυρίως τραγούδια.
Ὁ Φωριέλ σχολιάζοντας τοὺς στίχους λέει: «...καὶ μία μόνη σταγών αἵματος τῆς ἀτυχοῦς κόρης προσέλαβε τὴν μαγικὴν δύναμιν νὰ βάφη τοὺς ποταμοὺς καὶ τὴν θάλασσαν. Τοιαύτη τις μοὶ φαίνεται ὅτι θὰ ἦτο ἡ ἰδέα τοῦ ποιητοῦ, ἰδέα βεβαίως παράδοξος και ἐξεζητημένη, ἀλλ' ὅμως ἐνέχουσα πως καὶ βαθύτητα καὶ τόλμην· καί ὐπὸ τὴν ἔννοιαν ταύτην τοὐλάχιστον θὰ ἦτο ἀκαιφνῶς ἑλληνική».
Ο Νικόλαος Πολίτης ὅμως διαφωνεῖ λέγοντας ὅ,τι: «καθ' ἑαυτὸ ἐξεταζόμενο τὸ τεμάχιον, ὡς ἄσμα αὐτοτελὲς καὶ ἄνευ συνάφειας πρὸς ἄλλο ἆσμα, εἶναι φανερόν, ὅτι οὐδὲν ἄλλο εἶναι εἰμὴ εἰκὼν ἐν σχήματι ὑπερβολῆς πρὸς παράστασιν τῆς θαυμασίας ἐρυρότητος τῶν χειλέων τῆς ἀγαπωμένης νεανίδος. Ὑπεβολῆς βεβαίως ἥτις φαίνεται προσήκουσα μᾶλλον εἰς ἀσιανὸν ποιητήν, καὶ ἀλλότρια πρὸς τὴν λιτότητα τῆς δημώδους ἑλληνικής ποιήσεως. [...]».
Τὸ μόνο σίγουρο εἶναι πὼς μιλάμε γιὰ ἕνα ἐξαιρετικὸ ἐρωτικὸ δημοτικὸ τραγούδι ποὺ μὲ τὴ μεταφορὰ τῆς σταγόνας καὶ τῆς δύναμής της νὰ χρωματίσει κόκκινο τὸν κόσμο ὁλόκληρο, παρομοιάζει τὸ πάθος τοῦ ἀφηγητὴ καὶ τὸν ἐρωτικὸ καημό του, ποὺ ἂν καὶ έκλπηρωμένο -κι ἔσκυψα καὶ τὰ φίλησα- δὲ λέει νὰ κωπάσει.



Πληροφορίες τῆς παρούσας ἠχογράφισης:

Video:
Τραγουδάει ὁ Νεστανιώτης Δημήτριος Καρώνης.
Πηγὴ πληροφοριῶν:
ΚΑΡΩΝΗΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ, «ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΤΗΣ ΝΕΣΤΑΝΗΣ», ἐκδόσεις ΤΟ ΔΟΝΤΙ, Πάτρα, 2013.

© Copyright: Παναγιώτης Καρώνης καὶ ἐκδόσεις ΤΟ ΔΟΝΤΙ, μὲ τὴν ἐπιφύλαξη κάθε δικαιώματος.
 

Κυριακή 22 Οκτωβρίου 2017

Σόργος (Sorghum) ὁ σαρωματικὸς καὶ ἡ καλλιέργειά του στὴ Νεστάνη, ἀφιέρωμα




Γενικὰ περὶ σόργου
Τὸ σόργο (Sorghum) κατάγεται, πιθανότατα, ἀπὸ τὴν Ἀφρική. Μὲ τὴν ὀνομασία σόργο ἀναφερόμαστε βέβαια μόνο στοὺς ἐδώδιμους ἀμυλούχους καρπούς του. Δηλαδὴ σόργο ὀνομάζεται ὁ καρπὸς καὶ ὄχι ὁλόκληρο τὸ φυτὸ μὲ τὸν κάλαμό του, τὰ φύλλα του καὶ τοὺς σπερματοφόρους θυσάνους.
Οὐσιαστικά, καὶ ἐπιστημονικά, τὸ σόργο ἀνήκει στὸ γένος τῶν ἀγγειόσπερμων  μονοκότυλων φυτῶν τῆς οἰκογενείας ἀγρωστώδηἀγρωστίδες (Graminae) ποὺ μὲ τὴ σειρά τους ἀνήκουν στὴν ὁμάδα τῶν σιτηρῶν. Ὅμως τὸ γένος σόργος περιλαμβάνει κάπου 60 περίπου εἴδη ποωδῶν φυτῶν ποὺ εἶναι ἰθαγενὴ τῶν τροπικῶν καὶ ὑποτροπικών περιοχών, αν και όλες οι καλλιεργούμενες μορφές σόργου προέρχονται ἀπὸ ἕνα εἶδος· τὸ Sorghum bicolor (Σόργος ὁ δίχρωμος) ἢ σόργος ὁ κοινὸς (Sorghum vulgare), ποὺ -ὅπως εἴπαμε- κατάγεται πιθανότατα ἀπὸ τὴν Ἀφρική.
Ὁ σόργος ὁ σαρωματικός (S. scoparion) εἶναι τὸ φυτὸ μὲ τὸν ψηλὸ κάλαμο -μήκους τριῶν μέτρων- καὶ τὴν πολύκλαδη ταξιανθία μὲ τὰ ἐρυθροκίτρινα σπέρματα. Αὐτὴ ἀκριβῶς ἡ ταξιανθία του εἶναι ποὺ χρησιμεύει στὸ νὰ κατασκευάζονται σάρωθρα, οἱ γνωστές μας σκοῦπες. Ἀπὸ αὐτή του τὴν χρήση πήρε καὶ τὴν κοινή του ὀνομασία σκούπα. Ἔτσι τὸ συναντᾶμε σὰν σκούπασκουπόχορτο.
Ἂν καὶ δὲν εἴμαστε ἀπολύτως σίγουροι, ἡ καλλιέργεια τοῦ Σόργου πρέπει νὰ ξεκίνησε, ἀρχικά, ἀπὸ τὴν Αἰθιοπία ἢ ἀπὸ τὸ Σάχελ στὴν Κεντροδυτικὴ Ἀφρικὴ πρὶν ἀπὸ 5.000 χρόνια. Στὴ συνέχεια, μὲ τὶς ἐμπορικὲς συναλλαγές -κυρίως μὲ πλοῖα- φαίνεται πὼς τὸ φυτὸ ΄εφτασε, ἀρχικά, στὴν λεκάνη τῆς Μεσογείου, γιὰ νὰ συνεχίσει τὸ ταξίδι του στὴν Ἰνδία , τὴν Κίνα καὶ τὴν Ἄπω Ἀνατολή. Ὅλα αὐτά, κάπου μεταξὺ τοῦ 1500 καὶ 1000 π.Χ. Μέσῳ τοῦ δουλεμπορίου τῶν μαύρων, ὁ καρπὸς τοῦ σόργου θὰ φτάσει ἀπὸ τὴν Δυτικὴ Ἀφρικὴ στὸ Νέο Κόσμο. Αὐτὸ ὀφείλεται στὸ γεγονὸς πὼς ὁ καρπός -ὁ σόργος- χρησιμοποιοῦνταν ὡς τροφὴ γιὰ τοὺς ἀνθρώπους αὐτούς. Ἂν καὶ ἡ θρεπτικὴ ἀξία τοῦ σόργου ἀναγνωρίστηκε μόλις τὸ 1930, χρονιὰ ἀπὸ τὴν ὁποία ἄρχισε νὰ καλλιεργεῖται σὲ μεγάλες ἐκτάσεις, γιὰ τοὺς δουλεμπόρους ἀποτελοῦσε μιὰ φτηνὴ καὶ εὔκολη τροφὴ γιὰ νὰ ταΐζουν μὲ αὐτὸ τοὺς ἔγχρωμους σκλάβους.

 

Περὶ σαρώθρου
Τὸ σάρωθρο, ποὺ ὅλοι τὸ γνωρίζουμε σὰν σκούπα, δὲν εἶναι τίποτα περισσότερο ἀπὸ ἕνα εὐρύτατης χρήσης ἐργαλεῖο καθαρισμοῦ -ἂν καὶ παλιότερα ἀποτελοῦσε καὶ ἐργαλεῖο ἀσβεστώματος. Τὸ συναντᾶμε σὲ δύο μορφές, μὲ στειλεὸ (τὸ γνωστό μας κοντάρι ἢ στειλιάρι ἢ σκουπόξυλο) καὶ χωρὶς αὐτό. Μὴν λησμονοῦμε πὼς τὸ σκουπόξυλο ἀποτελεῖ ἕνα βασικὸ «αξεσουὰρ» γιὰ τὶς μάγισσες στὰ παραδοσιακά μας παραμύθια.
Τὰ σάρωθρα βέβαια μπορεῖ νὰ κατασκευαστοῦν -πέρα ἀπὸ τοὺς σπερματοφόρους θυσάνους τοῦ σόργου- καὶ ἀπὸ θυσάνους βούρλων, θύμου, καλαμιῶν, ρυζιοῦ κ.λπ. Οἱ θύσανοι ἀφοῦ ἐμβαπτιστοῦν σὲ διάλυμα θειικοῦ χαλκοῦ (τὴ γνωστή μας γαλαζόπετρα), δένονται σφιχτὰ στὴν ἄκρη -στὴ βάση τους- μὲ λεπτὸ σύρμα, ἔτσι ὥστε νὰ γίνουν μιὰ καλὴ λαβή, καὶ στοὺς θυσάνους, δίνουν τὸ σχῆμα βεντάλιας, ποὺ συρραφόμενοι σὲ κοντινὰ διαστήματα στερεώνονται στὸ σχῆμα αὐτό.
Ὅπως προαναφέραμε, στὴ λαβὴ προσαρμόζεται στειλεὸς μικροῦ ἢ μεγάλου μήκους, γεγονὸς ποὺ αὐξάνει καὶ τὴν τιμή της σκούπας. Οἱ σκοῦπες κατασκευάζονται σὲ διάφορα μεγέθη.
Σήμερα οἱ κατασκευασμένες ἀπὸ πλαστικὸ σκοῦπες, παραμέρισαν τὴν χρήση τῆς παραδοσιακῆς σκούπας άπὸ τὸν σαρωτικὸ σόργο. Πέρα βέβαια ἀπὸ τὶς ἠλεκτρικὲς σκοῦπες ποὺ ἀποτελοῦν τὸ βασικὸ πιὰ «ὄπλο» τῆς νοικοκυρὰς στὴν καθημερινή της μάχη γιὰ τὴν καθαριότητα τῆς οἰκίας. Ἀλλὰ πέρα ἀπὸ τὸν ἐκσυγχρονισμὸ καὶ τὶς νέες ἐφευρέσεις, ἡ παραδοσιακὴ σκούπα ἀποτελεῖ γιὰ τὶς αὐλὲς τῶν χωριατόσπιτων τὸν ἀναντικατάστατο βοηθὸ τῆς νοικοκυρᾶς. Εἶναι δὲ ἕνα ἐξαιρετικὸ οἰκολογικό προϊόν,ἀαπολύτως ἀκίνδυνο καὶ ἀπόλυτα ἀνακυκλώσιμο!

 

Ἡ καλλιέργεια καὶ κατασκευή σκούπας στὴ Νεστάνη
Ὅλα τὰ παραπάνω ἀποτελοῦν, βέβαια, τὴν ἐπιστημονική -τρόπον τινά- ἀναφορὰ στὸ γνωστό μας σκουπόχορτο, ποὺ οἱ Νεστανιῶτες καὶ οἱ Νεστανιώτισσες ὀνόμαζαν ἁπλά, σκούπα. Φυτὸ ποὺ καλλιεργοῦσαν συστηματικά, στὸ Αργὸν Πεδίον κατὰ τοὺς θερινοὺς μῆνες, ὅταν τὰ νερὰ ποὺ συγκεντρώνοντας στὸ πεδίο ἀποστράγγιζαν μέσῳ τὴς Καταβόθρας.
Τὸ Ἀργὸν πεδίον, ποὺ οἱ Νεστανιῶτες/τισσες ἀποκαλοῦν Κάμπο, ἀναφέρεται ἀπὸ τὸν Παυσανία:
ὑπερβαλόντα δὲ ἐς τὴν Μαντινικὴν διὰ τοῦ Ἀρτεμισίου πεδίον ἐκδέξεταί σε Ἀργὸν καλούμενον, καθάπερ γε καὶ ἔστι: τὸ γὰρ ὕδωρ τὸ ἐκ τοῦ θεοῦ κατερχόμενον ἐς αὐτὸ ἐκ τῶν ὀρῶν ἀργὸν εἶναι τὸ πεδίον ποιεῖ, ἐκώλυέ τε οὐδὲν ἂν τὸ πεδίον τοῦτο εἶναι λίμνην, εἰ μὴ τὸ ὕδωρ ἠφανίζετο ἐς χάσμα γῆς. ἀφανισθὲν δὲ ἐνταῦθα ἄνεισι κατὰ τὴν Δίνην: ἔστι δὲ ἡ Δίνη κατὰ τὸ Γενέθλιον καλούμενον τῆς Ἀργολίδος, ὕδωρ γλυκὺ ἐκ θαλάσσης ἀνερχόμενον.1
(Ἀφοῦ διασχίσει κανεὶς τὸ Ἀρτεμίσιο καὶ μπεῖ στὸ ἔδαφος τῆς Μαντινείας, τὸν δέχεται τὸ λεγόμενο Ἀργὸν πεδίον ποὺ πραγματικὰ εἶναι ὅτι λέει τὸ ὄνομά του: τὸ νερὸ τῶν βροχῶν κατεβαίνει αὐτοῦ ἀπὸ τὰ βουνὰ καὶ κάνει τὴν πεδιάδα νὰ μένει ἀκαλλιέργητη· τίποτε δὲν θὰ ἐμπόδιζε νὰ γίνει λίμνη ἡ πεδιάδα αὐτή, ἂν δὲν καταπίνονταν τὸ νερὸ σὲ χάσμα τοῦ ἐδάφους. Τὸ νερὸ ποὺ ἐξαφανίζεται ἐδῶ πηγαίνει στὴ θέση Δίνη, ἡ ὁποία βρίσκεται στὸ λεγόμενο Γενέθλιο τῆς Ἀργολίδος καὶ εἶναι νερὸ πόσιμο ποὺ ἔχει τὴν πηγή του μέσα στὴ θάλασσα).2
Δὲν ἔχουμε νὰ προσθέσουμε τίποτε περισσότερο στὴν ὑπέροχη περιγραφὴ ποὺ ὁ σπουδαῖος περιηγητὴς τοῦ 2ου μ.Χ. αἰώνα μᾶς παραδίδει στὸ πολύτιμο ὁδοιπορικό του. Νὰ ποῦμε πὼς Ἀργὸν πεδίον καλεῖται ἡ μεταξὺ τοῦ Σάγκα καὶ Νεστάνης μικρὴ πεδιάδα ποὺ τὸν χειμώνα μένει ἀκαλλιέργητη, ἀφοῦ τὰ νερά ποὺ κατεβαίνουν ἀπὸ τὸ ὄρος Ἀρτεμίσιο καὶ τὸ Ἀλίσιο ὄρος (τὸ Μπαρμπέρι γιὰ τοὺς Νεστανιῶτες), τὴν κατακλύζουν μετατρέποντάς την σὲ μικρὴ λίμνη. Μὲ τὸ πέρας τῆς ἀνοίξεως, κάπου τὸν Μάιο, τὰ νερὰ αποτραβιοῦνται ἀπὸ τὸ φυσικὸ χάσμα τῆς Καταβόθρας ποὺ ὑπάρχει βορειοανατολικὰ τοῦ Ἀργοῦ πεδίου, στὰ ριζὰ τοῦ λόφου τῆς Πανηγυρίστρας, ἔτσι ὁ Κάμπος καθίσταται ἰκανὸς γιὰ καλλιέργεια. Εἶναι δὲ λόγῳ τῆς λάσπης ποὺ παραμένει, ἐξαιρετικά εὔφορος.
Πατάτες, καλαμπόκι, ντομάτα, ρεβίθια, φασόλια, λαθούρι και βέβαια σκούπα, εἶναι μερικὰ ἀπὸ τὰ φυτὰ ποὺ οἱ Νεστανιῶτες καὶ οἱ Νεστανιώτισσες καλλιεργοῦσαν στὸ Ἀργὸν πεδίον. Θὰ ἔλεγα μάλιστα πὼς ἡ σκούπα εὐδοκιμοῦσε πάρα πολύ, ἡ καλλιέργειά της δὲ ἀποτελοῦσε μιὰ ἀπὸ τὶς βασικὲς ἀσχολίες τῶν κατοίκων.
Τὰ φυτὰ σπέρνονταν κάπου στὰ τέλη Μαΐου, γιὰ νὰ σκαλιστοῦν ἀρκετὲς φορὲς καὶ κάπου στὰ τέλη Αὐγούστου νὰ κοπούν γιὰ νὰ μεταφερθοῦν στὸ χωριό, στὶς αὐλὲς τῶν σπιτιῶν, ποὺ εἶχαν μετατραπεῖ σὲ κανονικὰ ἐργαστήρια, νὰ ξεφυλλιστοῦν, νὰ ἀφαιρεθοῦν δηλαδὴ τὰ φύλλα, νὰ «ξυθοῦν», νὰ ἀφαιρεθοῦν δηλαδὴ στὴ συνέχεια οἱ καρποὶ καὶ μετὰ νὰ αποξηρανθοῦν ἐκτεθειμένα στὸν ζεστὸ καλοκαιρινὸ ἥλιο. Νὰ προσθέσω πὼς τὸ φυτὸ δὲν τὸ πότιζαν, ἂν καὶ ὅταν τὸ χωράφι ἦταν ἀρδεύσιμο, ἡ ἀπόδοσή του ἦταν πολλαπλάσια.
Ἀφοῦ ὅλη αὐτὴ ἡ ἀρκετὰ δύσκολη, χρονοβόρα καὶ ἐπίπονη διαδικασία εἶχε ὁλοκληρωθεῖ, οἱ θύσανοι τῆς σκούπας συγκεντρώνονταν, δένονταν δεμάτια, καὶ πωλοῦνταν στοὺς ντόπιους σκουπάδες, ποὺ στὰ ἐργαστήριά τους τὴν μετέτρεπαν στὸ γνωστό μας σάρωθρο -κοινὼς σκούπα. Ὁ καρπός της χρησιμοποιοῦνταν, γιὰ τροφὴ τῶν πτηνῶν, κότες, πάπιες, γαλοπούλες, χήνες περιστέρια, ἀλλὰ καὶ ἄλλων ζώων, ὅπως οἱ χοίροι.
Στὴ Νεστάνη, χωριὸ ποὺ εἶχε μιὰ μακραίωνη παράδοση στὴν καλλιέργεια καὶ κατασκευὴ σκουπῶν, εἶχαν καὶ λειτουργοῦσαν ἐργαστήρια κατασκευῆς σκούπας οἱ παρακάτω Νεστανιῶτες:
Γεώργιος Σπέντσος τοῦ Βασιλείου.
Θεοδόσιος Αδαμόπουλος τοῦ Ἐπαμεινώνδα.
Κων/νος Μαχαίρας τοῦ Προκοπίου.
Γεώργιος Ἠλιόπουλος τοῦ Βασιλείου.
Κωνσταντῖνος Τσιάμπας τοῦ Δημητρίου.
Ἠλίας Τσιάμπας τοῦ Περικλῆ.
Κωνσταντῖνος Μπόλος τοῦ Δημητρίου.
Παναγιώτης Μποροβήλος [Μπενέκος].
Χρήστος Μποροβήλος.
Νικόλαος Γιαννόπουλος τοῦ Δημητρίου.
Σπύρος Μασκαλέρης τοῦ Παναγιώτη.
Σήμερα κανένα ἀπὸ τὰ παραπάνω ἐργαστήρια δὲν λειτουργεῖ πιά. Καὶ βέβαια κανένας δὲν καλλιεργεῖ τὸν σόργο τὸν σαρωτικό, τὴ γνωστή μας σκούπα.

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΑΡΩΝΗΣ
Νεστάνη, 22 Αὐγούστου 2017


Πηγές

1. Παυσανίας, Ἀρκαδικά, 7. 1-2.
2. Παυσανίας, Ἀρκαδικά, 7. 1-2. μετάφραση Νικ. Δ. Παπαχατζής, Ἐκδοτική Αθηνῶν, Ἀθήνα 1980.


© κειμένου-φωτογραφιων: Παναγιώτης Καρώνης 2017, μὲ τὴν ἐπιφύλαξη κάθε νόμιμου δικαιώματος.

Ἀπαγορεύεται ἡ ἀναδημοσίευση, ἡ αναπαραγωγή, ὁλική, μερικὴ ἢ περιληπτικὴ ἢ κατὰ παράφραση ἥ διασκευὴ καὶ ἀπόδοση τοῦ περιεχομένου τοῦ παρόντος ἄρθρου μὲ ὁποιοδήποτε τρόπο, χωρὶς προηγούμενη συνεννόηση μὲ τὸν συγγραφέα του.





Παραδοσιακὲς σκοῦπες  τῆς Νεστάνης Ἀρκαδίας.

  Νυκηφόρος Λύτρας, «Κάλαντα», (1872), λάδι σὲ μουσαμά, 90 Χ 59 ἑκ. Στὴν εἴσοδο τοῦ σπιτιοῦ, δεξιά, διακρίνεται ἀκουμπησμένη ἡ παραδοσιακὴ σκούπα.



Τετάρτη 4 Οκτωβρίου 2017

ΝΕΡΑΝΤΖΟΥΛΑ ΦΟΥΝΤΩΜΕΝΗ - Παραδοσιακό





ΝΕΡΑΝΤΖΟΥΛΑ ΦΟΥΝΤΩΜΕΝΗ

- Νεραντζούλα φουντωμένη, Νεραντζούλα φουντωμένη,
ποῦ εἶναι τ' ἄνθη σου, Νεραντζούλα, ποῦ εἶναι τ' ἄνθη σου.
Ποῦ ' ναι ἡ πρώτη ἐμορφιά σου, ποῦ ' ναι ἡ πρώτη ἐμορφιά σου
καὶ τὰ κάλη σου, Νεραντζούλα, καὶ τὰ κάλλη σου,
- Φύσηξε Βοριᾶς κι ἀέρας, φύσηξε Βοριᾶς κι ἀέρας
καὶ τὰ τίναξε, Νεραντζούλα, καὶ τὰ τίναξε.
Σὲ περικαλῶ Βοριᾶ μου, σὲ περικαλῶ Βοριᾶ μου
φύσα ταπεινᾶ, Νεραντζούλα, φύσα ταπεινᾶ.
Γιὰ ν' ἀράξουν τά καράβια, γιὰ ν' ἀράξουν τά καράβια
τά σπετσιώτικα, Νεραντζούλα, τὰ σπετσιώτικα,
ἔχουν μέσα παλληκάρια, ἔχουν μέσα παλληκάρια
Ἑλληνόπουλα, Νεραντζούλα, Ἐλληνόπουλα.


Πανελλήνια γνωστὸ τραγούδι ποὺ στὴν Πελοπόννησο λέγονταν στὶς γαμήλιες πομπές. Τὸ συναντᾶμε μάλιστα σὲ διάφορες παραλλαγές, ὅπως:
Μώρ μηλιά μου μὲ τὰ μῆλα ποὺ εἶν' τὰ μῆλα σου
ποῦ εἶν' τὰ μῆλα ποῦ εἶν' τὰ φύλλα, ποῦ 'ν οἱ κλώνοι σου;
- Φύσηξε Βοριᾶς καὶ Νότος καὶ μᾶς τά 'ριξε.
Τὸ τραγούδι, ἔτσι ὅπως εἶναι πανελλήνια γνωστό, στοὺς τελειταίους του στίχους, ἀλλοῦ μιλάει γιὰ σπετσιώτικα καράβια καὶ ἀλλοῦ γιὰ ζαγοριανά. Ἂν ἀναρωτιέται κανείς τώρα, τί δουλειά ἔχει τό Ζαγόρι μὲ τὰ καράβια, θὰ προσθέσω καὶ τὴν ἐκδοχὴ ποὺ λέει πώς, δὲν μιλάει γιὰ καράβια ἀλλὰ για καρβάνια (καραβάνια), πράγμα μάλλον ἀπίθανο, μιὰ καὶ ἡ λέξη καραβάνια δὲν ἀπαντᾶται στὰ ἑλληνικὰ δημοτικὰ τραγούδια. Ἁπλᾶ, τὰ καράβια τὰ σπετσιώτικα ἢ τὰ ζαγοριανά, ἢ δὲν ξέρω καὶ γὼ τί ἄλλο, προστίθεται ἀπὸ τὸν ἐκάστοτε ἐρμηνευτὴ προκειμένου νὰ πάρει τὸ τραγούδι «διαβατήριο». Ἀλλὰ ὅλα αὐτὰ ἔρχονται καὶ παρέρχονται. Αὐτὸ ποὺ μένει εἶναι τοῦτο τὸ ὑπέροχο παραδοσιακὸ ἑλληνικὸ τραγούδι.
Νὰ προσθέσω κλείνοντας πὼς τὸ τραγούδι μετράει πλειάδα καταγραφῶν. Στὸ «Ἐκλογαὶ ἀπὸ τὰ τραγούδια τοῦ Ἐλληνικοῦ λαοῦ» ὁ Πολίτης τὸ κατατάσσει στὰ «Τραγούδια τῆς ξενιτειᾶς» Στὴ ἐκδοχή του Πολίτη μάλιστα τὸ τραγούδι περιέχει καὶ στίχους ποὺ μιλᾶνε γιὰ τὸν πόνο τῆς κόρης ποὺ δὲν βλέπει τὸν καλό της νά 'ρχεται μὲ τὰ καράβια. Συγκεκρημένα προστίθενται οἱ στίχοι:
Γιὰ ν' ἀράξουν τὰ καράβια τὰ σπεστιώτικα
νά 'ρθουν καὶ τὰ παλληκάρια τὰ νησιώτικα.
Ὅλα τά καράβια ἀράξαν κι ὅλα φάνηκαν
κι ὁ λεβέντης ὁ δικός μου δὲν ἐφάνηκε,
καὶ ποιὸς ξέρει σὲ τί κῦμα δέρνει νὰ πνιγῆ;
Καὶ δὲν κλαῖς τὴν ὀμορφιά σου κόρη (ν)ὄμορφη,
μόνο κλαῖς τὸν ταξιδιώτη ποὺ σ' ἀπάριασε,
τάχα ποιάν θανὰ φιλήσει τὰ μεσάνυχτα,
τάχα ποιὰν θεν' ἀγκαλιάσει τὸ ξημέρωμα;


Πληροφορίες τῆς παρούσας ἠχογράφισης:

Ἠχογράφιση: Σωτήριος Τσιάνης, Βυτίνα Ἀρκαδίας 1959.
Τραγουδάει ἡ Γεωργία Ἀποστόλου Πλέσσια.
Ἀπὸ τὸ βιβλιο – cd: Σωτήριος Τσιάνης, Τραγούδια ἀπὸ τὴ Βυτίνα Ἀρκαδίας, ἐπιστημονικὴ ἐπιμέλεια Βασιλικὴ Ι. Χρυσανθοπούλου, Κέντρον Ἐρευνης τῆς Ἑλληνικῆς Λαογραφίας, καὶ Κοινωνικὸ & Πολιτιστικὸ Ἴδρυμα Τρύφωνος Θαλασσινοῦ, Ἀκαδημία Ἀθηνῶν, Ἀθήνα 1913.
Video: Φωτογραφίες τῶν ἀγαλμάτων Ἀφροδίτη τῆς Μήλου καί Νίκη τῆς Σαμοθράκης ποὺ βρίσκονται σήμερα στὸ Μουσεῖο τοῦ Λούβρου στὸ Παρίσι, καθὼς καὶ φωτογραφίες τῆς κλεμμένης Καρυάτιδας ποὺ σήμερα βρίσκεται στὸ Βρετανικὸ Μουσεῖο στὸ Λονδίνο. Παρεμβάλλονται διάφορες παλιὲς φωτογραφίες γάμου ἀντληθεῖσες ἐκ διαδικτύου. 

© κειμένου: Παναγιώτης Καρώνης 2017, μὲ τὴν ἐπιφύλαξη κάθε νόμιμου δικαιώματος.